Σάββατο 8 Ιανουαρίου 2011

Ο βασιλιάς - μέρος έκτο

«Δηλητήριο;» ρώτησε εμφανώς ταραγμένη η Σιμόνη. Ήταν κάτι που προφανώς δεν περίμενε να ακούσει. Ο βασιλιάς σχεδίαζε να βγάλει από τη μέση τη σύζυγό του δηλητηριάζοντάς την. Το δηλητήριο προκαλούσε άμεσα παράλυση και αν το θύμα δεν έπινε γρήγορα άφθονο νερό, ήταν νεκρό. «Μα πως μπορείς να το σκέφτεσαι αυτό;» είπε η υπηρέτρια στο βασιλιά. «Είναι η σύζυγός σου. Δεν μπορείς να τη σκοτώσεις.». Ο βασιλιάς δεν δίστασε καθόλου να της απαντήσει. «Το θέλω για μας. Κανείς δεν θα καταλάβει ότι θα το κάνω εγώ.» Η Σιμόνη δεν πίστευε στα αυτιά της. Ήταν και αυτή ερωτευμένη με το βασιλιά, αλλά δεν θα έκανε ποτέ κάτι τέτοιο. «Δεν είμαι σίγουρη για αυτό που θες να κάνεις. Δεν ξέρω αν αξίζει.». Ο βασιλιάς τη φίλησε. Δεν το ξανασυζήτησαν εκείνο το βράδυ.

Ο βασιλιάς περίμενε από τη Σιμόνη να συμφωνήσει αμέσως. Φάνηκε όμως πως η νεαρή υπηρέτριά του δεν ήταν καθόλου σύμφωνη με το σχέδιό του. Ο βασιλιάς είχε πάψει από καιρό να νιώθει τύψεις για τις σκέψεις που έκανε για την Άννα. Είχε πια σχεδόν ξεχάσει πόσο ενθουσιασμένος ήταν όταν την παντρεύτηκε. Είχε πια το μυαλό του συνεχώς στη Σιμόνη. Δεν τον ανησυχούσε που σκεφτόταν να δηλητηριάσει τη σύζυγό του. Όσο σκληρό και ήταν, το έκανε για την ευτυχία του, που είχε σκεφτεί με τη Σιμόνη. Ήταν εύκολο για ένα βασιλιά να βρει μια εύκολη και πειστική δικαιολογία όταν θα μάθαινε ο κόσμος ότι η Άννα ήταν νεκρή. Έπεσε στο κρεβάτι. Η Άννα είχε ήδη κοιμηθεί. Το πρόσωπό της ήταν τόσο γαλήνιο. Στο μυαλό του την έβλεπε ήδη νεκρή. Άπλωσε το χέρι του και χάιδεψε απαλά τα μαλλιά της γυναίκας, που αν όλα πήγαιναν καλά τις επόμενες μέρες, θα είχε βγει από τη μέση. Αυτή δεν έδειξε να αισθάνεται το άγγιγμά του. Το πρόσωπό της παρέμεινε το ίδιο γαλήνιο με πριν, χλωμό, ήρεμο. Ο βασιλιάς γύρισε πλευρό. Σκεφτόταν πως δεν έπρεπε ακόμα να αναλώνεται στο τί δικαιολογία θα βρει για το θάνατο. Έπρεπε πρώτα να σιγουρέψει ότι το σχέδιό του για τη δολοφονία ήταν άψογο.

Η Σιμόνη πέρασε πολύ δύσκολη νύχτα. Είχε ταραχτεί τόσο πολύ από αυτό που της είπε ο βασιλιάς που δεν μπόρεσε να κοιμηθεί πολλές ώρες. Σκεφτόταν συνέχεια τα λόγια του. «...για μας.» της είπε. Μα πως μπορούσε ένας άνθρωπος να είναι τόσο σκληρός; Δεν ήξερε πολλά για την Άννα, αλλά ήταν σίγουρη πως δεν άξιζε να δηλητηριαστεί για κάτι τόσο μικρό. Ο βασιλιάς της φάνηκε τότε πολύ απάνθρωπος. Όσο ερωτευμένη κι αν ήταν, δεν ήθελε με τίποτα να συνεργαστεί μαζί του για μια δολοφονία, ακόμα κι αν αυτή εξασφάλιζε την ευτυχία τους. Αρνούταν να γίνει συνένοχη σε ένα τόσο φρικτό εγχείρημα. Στο κάτω κάτω η Άννα δεν είχε κάνει τίποτα σ’αυτή. «...για μας». Αποκλείεται να το εννοούσε. Η Σιμόνη ήταν σίγουρη ότι ο βασιλιάς της δεν το είχε σκεφτεί. Όπως και να είχαν τα πράγματα όμως, εκείνη δεν θα δεχόταν να κάνει κάτι τέτοιο. Ήταν άδικο και αυτό έπρεπε να το καταλάβει ο βασιλιάς πριν να είναι αργά. Θα αρνούταν να συνεργαστεί το επόμενο κιόλας βράδυ.

Όταν ο βασιλιάς ανέφερε το θέμα αυτό την επόμενη νύχτα στη Σιμόνη έδειχνε πια τελείως σίγουρος για αυτό που ήθελε να κάνει. Η Σιμόνη πήρε μια βαθιά ανάσα και του είπε «Δεν θέλω να κάνεις κάτι τέτοιο. Είναι άδικο για τη σύζυγό σου. Δεν έχει κάνει τίποτα. Δεν θα συνεργαστώ μαζί σου για μια δολοφονία.» Ο βασιλιάς έδειξε να ξαφνιάζεται. «Είναι για το δικό μας καλό. Είναι για να ζήσουμε μαζί. Είναι η επιλογή μου και αυτό θα κάνω». Η Σιμόνη αναστέναξε βαθιά. Δεν είχε καμία απολύτως αμφιβολία για το τι ήταν σωστό και τι λάθος. Ήξερε ότι ο βασιλιάς ήταν έτοιμος να διαπράξει τη δολοφονία. «Δεν θέλω να το κάνεις. Δεν θα είσαι ευτυχισμένος. Μη το κάνεις.». Ο βασιλιάς δυσανασχέτησε. «Θα το κάνω. Θα δεις ότι θα είμαστε ευτυχισμένοι μαζί. Σε δύο μέρες θα φύγει το τελευταίο εμπόδιο που μας χωρίζει από την απόλυτη ευτυχία μας.». Η Σιμόνη πήγε για ύπνο συγχυσμένη, θορυβημένη.

Ο βασιλιάς δεν είχε πια κανέναν ενδοιασμό για αυτό που ήθελε να κάνει. Το πλάνο ήταν πια ξεκάθαρο στο μυαλό του. Το επόμενο βράδυ θα έδινε το δηλητήριο στη Σιμόνη και θα τη διέταζε να το ρίξει στο φαγητό της Άννας στο επόμενο βραδινό δείπνο. Θα της απαγόρευε να φέρει νερό στο τραπέζι. Η Άννα θα παρέλυε. Ο βασιλιάς δεν θα έφερνε νερό. Η Άννα θα πέθαινε μέσα σε ένα λεπτό. Θα απαγόρευε την είσοδο στο δωμάτιο σε όλους. Το επόμενο πρωί θα προσποιούταν λύπη. Θα έλεγε πως η Άννα πέθανε στον ύπνο της. Κανείς δεν θα αμφέβαλε. Θα ενημέρωνε τους γονείς της και θα τελούσε μια μεγαλοπρεπή κηδεία. Τέλος θα παντρευόταν τη Σιμόνη και ο δρόμος για την ευτυχία τους θα ήταν πια ανοιχτός. Κάθε φορά που έφερνε το σχέδιο στο μυαλό του, η σκέψη του προκαλούσε ανατριχίλα. Όχι όμως από τη φρικαλεότητα με την οποία σχεδίαζε να σκοτώσει έναν άνθρωπο, αλλά από την έπαρση για το άριστα σχεδιασμένο τρόπο της εκτέλεσης. Ο βασιλιάς το έκανε για να ζήσει μια ευτυχισμένη ζωή με τη Σιμόνη και αυτό λειτουργούσε ως άλλοθι. Ήταν ερωτευμένος και για αυτό σχεδίαζε να σκοτώσει τη νυν σύζυγό του. Είναι περίεργο όμως πως καμιά φορά, αυτά τα τόσο ανθρώπινα συναισθήματα οδηγούν τους ανθρώπους σε τόσο απάνθρωπες επιλογές.

Η Σιμόνη δεν είχε άλλη επιλογή. Πήρε το δηλητήριο στα χέρια της. Το κράτησε και αμέσως ένας πόνος στο στομάχι ήρθε να την τρυπήσει. Η θέση της ακόμα δεν της επέτρεπε να φέρει αντίρρηση. Αυτός ήταν ο βασιλιάς και αυτή ήταν απλώς μια υπηρέτρια, τουλάχιστον ακόμα. Ο βασιλιάς της είπε ακριβώς τι έπρεπε να κάνει το επόμενο βράδυ. Ανέλυσε όλες τις λεπτομέρειες που αφορούσαν τα πιάτα, το νερό και τις κλειδωμένες πόρτες. Η Σιμόνη δεν είχε άλλη επιλογή από το να εφαρμόσει τις εντολές, όσο και αν τις φαίνονταν απάνθρωπες. Ήξερε ότι οι επιπτώσεις σε περίπτωση που παράκουε αυτά που της είπε ο βασιλιάς ήταν άγνωστες, και δεν θα μπορούσε να κάνει κάτι.

Το επόμενο πρωί, ο ήλιος έλαμπε. Ήταν μια όμορφη μέρα, μετά από πολλές βροχερές και συννεφιασμένες μέρες. Ο βασιλιάς ξύπνησε από το φως του ήλιου. Ήταν η μέρα της δολοφονίας. Θα έδινε τέλος στη ζωή της Άννας και θα ξεκινούσε η ζωή του με τη Σιμόνη. Το αίσθημα της ανυπομονησίας μαζί με την ασυνείδητη ευχαρίστηση που νιώθουν όλοι οι άνθρωποι το πρωί μιας όμορφης μέρας έκανε το βασιλιά κεφάτο. Σκέφτηκε να ακούσει μουσική, για τελευταία φορά μαζί με τη σύζυγό του. Έτσι αφού της πρότεινε, εκείνη δέχτηκε με μεγάλη έκπληξη δεδομένης της αλλαγής στη συμπεριφορά του. Ήταν η τελευταία φορά που την έπιασε από το χέρι.

Η ώρα είχε φτάσει. Ήταν και οι δύο καθισμένοι στο τραπέζι του δωματίου τους και περίμεναν τα πιάτα τους. Το γεγονός της απουσίας της κανάτας με το νερό δεν πέρασε απαρατήρητο από την Άννα, η οποία τελικά αποφάσισε να μη ρωτήσει, περιμένοντας να έρθει μαζί με τα πιάτα. Ο βασιλιάς δεν μιλούσε. Απλώς της χαμογελούσε. Η Άννα ένιωθε πολύ χαρούμενη. Ήταν σίγουρη πως το σημερινό δείπνο θα έδινε ένα τέλος στην περίεργη συμπεριφορά του συζύγου της.

Τα πιάτα ήρθαν. Ο βασιλιάς τα κοίταξε, δεν παρατήρησε καμία διαφορά. Καμία διαφορά εξάλλου δεν θα φαινόταν. Ο υπηρέτης όμως που έφερε τα πιάτα είχε πάρει τις οδηγίες απο τη Σιμόνη και ήξερε ποιο πιάτο θα ήταν της Άννας. Η Άννα παρατήρησε ότι ούτε τώρα υπήρχε νερό στο τραπέζι αλλά και πάλι το άφησε ασχολίαστο. Το ζευγάρι κοιτάχτηκε στα μάτια χαμογελώντας. Σήκωσαν τα πιρούνια τους ταυτόχρονα. Σήκωσαν το φαγητό στο ύψος του στόματός τους. Χαμογέλασαν για μια τελευταία φορά. Ο βασιλιάς κατάπιε ταυτόχρονα με την Άννα. Το δηλητήριο θα δρούσε σε μερικά δευτερόλεπτα. Περίμενε. Σε λίγα δευτερόλεπτα ένιωσε ένα μούδιασμα που γινόταν όλο και πιο έντονο. Αυτός παρέλυε και αυτή ήταν ακόμα ζωντανή( I’m paralyzed and you are still alive )(τέλος έκτου μέρους)

1 σχόλιο:

  1. juliet...
    τελικά πέθανε ο βασιλιάς!τεράστια έκπληξη στην πλοκή!μπράβο!

    ΑπάντησηΔιαγραφή